Δύο ελληνικές ζυθοποιίες η καθεμία με το δικό της ξεχωριστό αποτύπωμα στην αγορά. Από τη μία η Ελληνική Ζυθοποιία Αταλάντης γνωστή ευρύτερα ως ΕΖΑ και από την άλλη η Ζυθοποιία Μακεδονίας Θράκης, γνωστή ως Βεργίνα. Η πραγματικότητα και για τις δύο δείχνει και είναι εντελώς διαφορετική.
Η ΕΖΑ πραγματοποίησε σειρά σημαντικών επενδύσεων αλλά και μία μεγάλη κίνηση για την εγκατάσταση γραμμής εμφιάλωσης μπουκαλιού, η οποία κόστισε περί τα 10 εκατομμύρια ευρώ. Ωστόσο οι μετοχικές τις ισορροπίες άλλαξαν όταν από το προσκήνιο έφυγε πριν από λίγο καιρό ο ιδρυτής της και βασικός μέτοχος, Θανάσης Συριανός για να αναλάβει τα ηνία η Deca Investments.
Σήμερα ωστόσο η ΕΖΑ βρίσκεται αντιμέτωπη με μία σειρά από προκλήσεις καθότι φαίνεται να έχει χάσει σε ένα βαθμό τον δυναμικό βηματισμό που είχε τα προηγούμενα χρόνια. Το 2021, ο τζίρος της ΕΖΑ ανήλθε στα 33,26 εκατ. ευρώ, από 24,5 εκατ. ευρώ το 2020. Ωστόσο η αύξηση του τζίρου της θεωρείται αποτέλεσμα του σταδιακού ανοίγματος της αγοράς στη μετά Covid-19 εποχή. Τα αποτελέσματα μετά από φόρους κατά την ίδια χρονιά ήταν 71 χιλιάδες ευρώ, από ζημίες μετά τους φόρους ύψους 2,18 εκατομμυρίων ευρώ το 2020.
Προς το παρόν δεν έχει δημοσιεύσει ισολογισμό για το 2022. Πριν από ακριβώς έναν χρόνο έγιναν και δραστικές αλλαγές στη διοίκηση της εταιρείας, όπου τη θέση του έως τότε διευθύνοντος συμβούλου, Τζώρτζη Κανακάρη, αναλάμβανε ο Νικήτας Ασπιώτης με προηγούμενη θητεία στον όμιλο Photos Photiades που εμφιαλώνει την Carslberg στην Κύπρο. Η ΕΖΑ παρόλ' αυτά όπως αναφέρουν έμπειρα στελέχη στην αγορά, δεν έχει καταφέρει ακόμα και αυτή τη στιγμή που μιλάμε να επανακτήσει στον βηματισμό και τον παλμό που είχε το προηγούμενο χρονικό διάστημα.
Γι' αυτό και τα δεδομένα συνεχίζουν να παρουσιάζονται ασταθή για την πρώτη από πλευράς μεγέθους ζυθοποιία της χώρας, η οποία κατά το παρελθόν είχε στόχο να γίνει μία ισχυρή δύναμη απέναντι στους δύο μεγάλους πολυεθνικούς παίκτες την Αθηναϊκή Ζυθοποιία που παράγει μεταξύ άλλων τη μπύρα Heineken και την Ολυμπιακή Ζυθοποιία που παράγει τις Carslberg και Fix. Το στοίχημα για την ΕΖΑ είναι να βελτιώσει την εικόνα της και να μπορέσει κάποια στιγμή να φέρει αποδόσεις στους επενδυτές της DECA Investments μέσα από μία πιθανή αποεπένδυση τα επόμενα χρόνια και πώληση σε πιθανούς ενδιαφερόμενους να την εξαγοράσουν.
Από την άλλη η Βεργίνα έχει παραμείνει σταθερή, θα έλεγε κανείς ακλόνητη όλα τα χρόνια της λειτουργίας της. Έχει καταφέρει να έχει σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης, να επενδύει όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο και ταυτόχρονα να διαθέτει στην αγορά εκτός από τη μπύρα της και τη βύνη που αποτελεί βασική πρώτη ύλη για την παραγωγή μπύρας, προμηθεύοντας αρκετούς από τους μικρότερους ή μεγαλύτερους ανταγωνιστές της. Όμως η δραστηριότητές της στον τομέα της βύνης δεν περιορίζονται μόνο στην Ελλάδα διατηρώντας εξαγωγική παρουσία στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Μεσογείου και σε αρκετές χώρες κατά καιρούς όπως το Ισραήλ, η Κύπρος, η Τουρκία, η Βουλγαρία, η Αλβανία και η Ρουμανία.
Στον τομέα των επενδύσεων η Ζυθοποιία Μακεδονίας Θράκης έχει προχωρήσει σε σειρά κινήσεων τα τελευταία χρόνια, προκειμένου να πετύχει σταθερή ποιότητα στο προϊόν της και να βελτιώσει την παραγωγικότητά της. Το δεύτερο εξάμηνο του 2017 διπλασίασε την δυναμικότητα του βυνοποιείου της στην βιομηχανική περιοχή της Κομοτηνής και με αυτό τον τρόπο εκτός από τις δικές της ανάγκες προμηθεύει τις περισσότερες ανεξάρτητες ελληνικές ζυθοποιίες με ελληνική βύνη Θράκης. Από το 2014 και ύστερα όμως η εταιρεία έχει προβεί σε σειρά επενδύσεων τόσο σε εγκαταστάσεις όσο και στον εξοπλισμό της. Σε αυτές συγκαταλέγονται η κατασκευή και η επέκταση του βυνοποιείου, η δημιουργία του κέντρου υποδοχής επισκεπτών στο νέο κτίριο της Κομοτηνής, τα νέα γραφεία και logistics hub στην Αττική, το νέο Τμήμα Έρευνας και Ανάπτυξης.
Σταθερά αναπτυσσόμενη και κερδοφόρα η Βεργίνα
Τα καθαρά έσοδα από πωλήσεις της Ζυθοποιίας Μακεδονίας Θράκης το 2022 έφτασαν στα 26,19 εκατ. ευρώ, έναντι 22,72 εκατ. ευρώ το 2021, παρουσιάζοντας αύξηση 15,3% στη μετά Covid εποχή. Κάτι που οφείλεται στον αυξημένο όγκο πωλήσεων μπύρας, αλλά και στον αυξημένο όγκο πωλήσεων βύνης μετά την επαναφορά της αγοράς σε κανονικότητα, σε συνδυασμό με την αυξημένη τιμή της. Το μικτό κέρδος της χρήσης ανήλθε σε 7,38 εκατ. ευρώ, δηλαδή ποσοστό 28,2% επί του κύκλου εργασιών και παρουσίασε μείωση σε σχέση με την προηγούμενη χρήση κατά 2,8%, γεγονός που οφείλεται κυρίως στα αυξημένα κόστη παραγωγής των ετοίμων προϊόντων.
Τα αποτελέσματα του 2022 ήταν ωστόσο σημαντικά καλύτερα σε σχέση με το 2021. Ανήλθαν σε κέρδη προ φόρων 804.310 ευρώ, έναντι ζημιών 193.604 ευρώ κατά την προηγούμενη χρήση. Σημειώνεται ότι η εταιρεία με εξαίρεση την παρένθεση της πανδημίας, είναι σταθερά κερδοφόρα τα τελευταία χρόνια.
πηγή: thetotalbusiness.com