Η εγχώρια αγορά μπύρας αποτελεί... καζάνι που βράζει, η οποία, παρά το γεγονός ότι η παραγωγή της επιστρέφει φέτος στα προ πανδημίας επίπεδα, βρίσκεται αντιμέτωπη με τεράστιες ανατιμήσεις ως αποτέλεσμα της ενεργειακής κρίσης και του πολέμου στην Ουκρανία που έχουν εκτινάξει το κόστος της βύνης και των φιαλών. Στο πλαίσιο αυτό, η τιμή του τελικού προϊόντος στο ράφι έχει αυξηθεί ήδη σχεδόν κατά 50%, ενώ το προσεχές διάστημα αναμένεται να ανέβει κι άλλο.
Άνοδος πωλήσεων
«Η φετινή χρονιά έχει πάει πολύ καλά και ειδικά την καλοκαιρινή περίοδο και μέχρι τον Σεπτέμβριο λόγω της αυξημένης τουριστικής κίνησης. Εκτιμούμε ότι η φετινή παραγωγή θα επιστρέψει στα επίπεδα του 2019 αγγίζοντας τα 4 εκατ. εκατόλιτρα», σημειώνει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Ζυθοποιών και συνιδιοκτήτης της μικροζυθοποιίας Septem, Σοφοκλής Παναγιώτου. Σύμφωνα δε με στοιχεία της Nielsen, οι μπύρες συγκαταλέγονται στις κατηγορίες προϊόντων που το καλοκαίρι κατέγραψαν σημαντική άνοδο σε αξία πωλήσεων της τάξεως του 5,6% το καλοκαίρι.
Παρ' όλα αυτά, ο κ. Παναγιώτου δεν κρύβει την ανησυχία του για την εκτόξευση του κόστους παραγωγής και προβλέπει νέο γύρο ανατιμήσεων.
«Πέρυσι, η βύνη, που είναι η βασική μας πρώτη ύλη, κόστιζε 450-500 ευρώ ο τόνος και φέτος την αγοράζουμε έναντι 750 ευρώ, χωρίς σε αυτήν την τιμή να περιλαμβάνονται τα μεταφορικά. Επιπλέον, το κόστος της ενέργειας έχει εκτιναχθεί, καθώς οι εργασίες των ζυθοποιείων είναι ιδιαίτερα ενεργοβόρες και το φυσικό αέριο συνδέεται άμεσα με τις πρώτες ύλες μας», εξηγεί ο ίδιος.
Σε ό,τι αφορά τις φιάλες, σύμφωνα με τον κ. Παναγιώτου, οι τιμές τους έχουν αυξηθεί κατά 60% και μέσα στον μήνα αναμένεται να αυξηθούν περαιτέρω. Ενδεικτικά, μια γυάλινη φιάλη, που πριν από τον πόλεμο κόστιζε 0,19 ευρώ, πλέον πωλείται έναντι 0,40 ευρώ, γεγονός που αποδίδεται στην εκρηκτική αύξηση του ενεργειακού κόστους, καθώς το 35% της τιμής του μπουκαλιού αφορά την ενέργεια.
Σημειώνεται ότι σχεδόν όλες οι ζυθοποιίες προμηθεύονται τις φιάλες από την Ουκρανία, όπου δραστηριοποιούνται 10 υαλουργίες με μεγάλα εργοστάσια, ωστόσο λόγω του πολέμου τα περισσότερα από αυτά δεν λειτουργούν πλέον. «Η Ουκρανία είναι η... Κίνα της Ευρώπης. Έχει χαμηλό εργατικό κόστος, φθηνό φυσικό αέριο, επειδή είναι δίπλα στη Ρωσία, και φθηνά μεταφορικά, επειδή είναι κοντά σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Όμως, πλέον υπάρχει πρόβλημα με τις προμήθειες μπουκαλιών. Αν και κάποια εργοστάσια λειτουργούν ακόμα, λίγα φορτηγά φεύγουν από τη χώρα», επισημαίνουν στον «Ε.Τ.» της Κυριακής κύκλοι της εγχώριας αγοράς. Έτσι, οι ζυθοποιοί προσπαθούν να καλύψουν τις ανάγκες τους από άλλους προμηθευτές, με σημαντική ωστόσο επιβάρυνση στην τιμή.
Την ίδια ώρα, η τιμή του χαρτιού έχει αυξηθεί κατά 30%-40%, ενώ τα ναύλα είναι 4-5 φορές υψηλότερα από πέρυσι. Ενδεικτικά για ένα κοντέινερ από την Κίνα, οι επιχειρήσεις του κλάδου προ πανδημίας πλήρωναν 3.000 δολάρια και τώρα καλούνται να διαθέσουν από 13.500 έως 15.500 ευρώ!
Στοιχεία
Αντιμέτωποι με αυτό το «τσουνάμι» ανατιμήσεων, οι ζυθοποιοί έχουν προχωρήσει σε μεγάλες αυξήσεις στην μπύρα. Αν και, όπως ισχυρίζονται, οι αυξήσεις περιορίζονται στο 8%-10% και είναι πολύ μικρές σε σχέση με τις αυξήσεις των τιμών των πρώτων υλών, της ενέργειας και των υλικών συσκευασίας, τα στοιχεία που προκύπτουν από την αγορά δείχνουν εκτίναξη των τιμών του προϊόντος στο ράφι της τάξεως του 50%. Ενδεικτικά, ένα κουτί μπύρας 330 ml από τα 0,70 ευρώ, που επωλείτο πέρυσι τέτοια εποχή, τώρα κοστίζει από 0,95 έως 1,05 ευρώ, ενώ η εξάδα από τα 4,40 ευρώ έχει εκτιναχθεί κατά μέσο όρο στα 6,20 ευρώ.
Μάλιστα, οι αυξήσεις αναμένεται να συνεχιστούν, με τα στελέχη της αγοράς να υπογραμμίζουν στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ότι το επόμενο διάστημα είναι βέβαιο ότι θα ανέβουν κι άλλο οι τιμές, σε ένα ποσοστό 3%-4%, σύμφωνα με τις πιο συντηρητικές εκτιμήσεις. Ωστόσο, οι ανατιμήσεις θα αφορούν ως επί το πλείστον τα σούπερ μάρκετ και όχι τα καταστήματα εστίασης, καθώς εκεί υπάρχουν μεγαλύτερα περιθώρια κέρδους.
Παράλληλα, οι εταιρίες έχουν περιορίσει τα budget τους για προωθητικές ενέργειες και προσφορές στο ράφι, λόγω του αυξημένου κόστους των πρώτων υλών και λειτουργίας τους. «Εάν συνεχίζαμε με την ίδια ένταση τις προσφορές, θα έπρεπε να αυξήσουμε κι άλλο τις τιμές. Για να μην το κάνουμε αυτό, έχουμε τις δαπάνες για μάρκετινγκ», δηλώνει ο πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης Ζυθοποιών.
Στο θέμα της τιμής, πάντως, οι εκπρόσωποι του κλάδου τονίζουν ότι μεγάλο «αγκάθι» αποτελεί και η υψηλή φορολογία, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα έχει τον 4ο υψηλότερο Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στην Ευρώπη, στα 5 ευρώ ανά εκατόλιτρο και «ανταγωνίζεται» μόνο τις σκανδιναβικές χώρες.
Αν και έχουν ζητήσει από το υπουργείο Οικονομικών τη μείωση του ΕΦΚ, το αίτημά τους δεν έγινε δεκτό. «Πρέπει να είμαστε ρεαλιστές. Αν δεν μπορεί να μειωθεί ο ΕΦΚ στα καύσιμα, θα μειωθεί στην μπύρα;», τονίζει ο κ. Παναγιώτου.
Θετικά Μηνύματα
Τα ελληνικά brands ελέγχουν πάνω από το 50% της εγχώριας κατανάλωσης
Στον... αφρό βρίσκονται οι ελληνικές ετικέτες μπύρας, οι οποίες τα τελευταία χρόνια αυξάνουν συνεχώς τα μερίδιά τους έναντι των διεθνών, ελέγχοντας πλέον πάνω από το 50% της συνολικής εγχώριας κατανάλωσης. Παρότι η ετήσια κατά κεφαλήν κατανάλωση έχει παραμείνει σταθερή στα 36 λίτρα -η τρίτη χαμηλότερη στην Ευρώπη μετά τη Γαλλία και την Ιταλία-, οι εισαγωγές το 2017 περιορίστηκαν στα 304 χιλιάδες εκατόλιτρα έναντι 448 χιλιάδες εκατόλιτρα το 2016 (-32%), γεγονός που αποδεικνύει ότι οι καταναλωτές «ξεδιψάνε» με ελληνικές μπύρες.
Παρά τις δυσκολίες, σταθερή είναι η ανάπτυξη των ελληνικών brands, καθώς οι τουρίστες που επισκέπτονται τη χώρα μας ζητούν να δοκιμάσουν ντόπια μπύρα. Πέρα από τα ελληνικά σήματα των πολυεθνικών εταιριών, όπως η Άλφα, η Μάμος, η Fix κ.λπ., οι μικροζυθοποιίες κινούνται σε ανοδική τροχιά, και μάλιστα στα χρόνια της κρίσης οκταπλασιάστηκαν, καθώς από τις πέντε εταιρίες που υπήρχαν το 2009 σήμερα λειτουργούν 40. Έτσι, σχεδόν σε όλη την Ελλάδα, κάθε μέρος έχει και τη δική του μπύρα. Ενδεικτικά αναφέρονται οι μπύρες που παράγονται, κυρίως, στα νησιά, όπως στη Σαντορίνη, στην Ικαρία, στη Μύκονο, στην Τήνο, στη Φολέγανδρο, στην Κέρκυρα, στην Κεφαλονιά, στην Εύβοια, αλλά και στην Πιερία, στις Σέρρες, στην Κόρινθο κ.λπ. Το μερίδιο που κατέχουν προς το παρόν οι μικροζυθοποιίες ανέρχεται μόλις στο 2,5% της συνολικής αγοράς μπύρας έναντι 17% που είναι ο ευρωπαϊκός μέσος όρος. Ωστόσο, το βασικό κανάλι διανομής των μικροζυθοποιών είναι οι χώροι εστίασης, όπου 6 στις 10 μπύρες που καταναλώνονται προέρχονται από μικρές παραγωγές.
«Άλμα» Στις Τιμές
» Μπύρα 330 ML (κουτάκι)
0,70 ευρώ το 2021
0,95-1,05 το 2022
» Μπύρα (εξάδα)
4,40 ευρώ το 2021
6,20 ευρώ το 2022
Κόστος Πρώτων Υλών
» Βύνη
450-500 ευρώ/τόνος το 2021
750 ευρώ/τόνος το 2022
» Φιάλη
0,19 ευρώ το 2021
0,40 ευρώ το 2022
πηγή: eleftherostypos.gr