Ο Κυκεώνας (ή κυκεών από το κυκάω που σημαίνει ανακατεύω, αναμιγνύω) ήταν ένα αρχαίο ελληνικό ποτό φτιαγμένο κυρίως από νερό, κριθάρι ή βρώμη και βότανα.
Χρησιμοποιούνταν στο αποκορύφωμα των Ελευσίνιων Μυστηρίων για να σπάσει την ιερή αποχή από το φαγητό και το πιοτό, αλλά ήταν επίσης ένα αγαπημένο ποτό των Ελλήνων αγροτών, φόρος τιμής στην θεά της συγκομηδής, της γεωργίας αλλά και της ζυθοποίησης κατά την αρχαία μυθολογία. Οι αριστοκράτες τον απέφευγαν ως ποτό των αγροτών.
Ο Κυκεώνας αναφέρεται στα ομηρικά κείμενα. Η Ιλιάδα περιγράφεται ως ένα ποτό αποτελούμενο από κριθάρι ή βρώμη, νερό, βότανα, αλλά και τριμμένο τυρί αιγών (XI. 638-641). Στην Οδύσσεια του ο Όμηρος γράφει πως η Κίρκη προσθέτει μέλι και έδωσε το μαγικό της φίλτρο στον Οδυσσέα (Χ. 234).
Στον ομηρικό ύμνο η θεά Δήμητρα αρνείται το κόκκινο κρασί και δέχεται τον καμένο Κυκεώνα από νερό και κριθάρι.
Ο Ερμής το συστήνει, στην Ειρήνη του Αριστοφάνη (V. 712), στον ήρωα που έφαγε πάρα πολλά ξηρά φρούτα και καρύδια, μιας και θεωρείτω ότι είχε χωνευτικές ιδιότητες.
Σε μία προσπάθεια να απαντηθεί το ερώτημα του πώς τόσοι πολλοί άνθρωποι στη διάρκεια δύο χιλιετιών, είχαν οράματα χρησιμοποιώντας τον Κυκεώνα κατά τη διάρκεια της τελετής των Ελευσίνιων Μυστηρίων, εικάζεται ότι το κριθάρι που χρησιμοποιούνταν ήταν μολυσμένο από τον παρασιτικό μύκητα Ερυσίβη, οι ψυχοενεργές ιδιότητες του μύκητα προκάλεσαν την έντονη εμπειρία που περιέγραφαν οι συμμετέχοντες στα Ελευσίνια.